Σημαντικές προοπτικές συνεχίζει να εμφανίζει η καλλιέργεια μανιταριών εξαιτίας κυρίως του γεγονότος ότι η εγχώρια παραγωγή
υπολείπεται της κατανάλωσης στην Ελλάδα, προσφέροντας τη δυνατότητα για νέα πηγή εισοδήματος.
Παρά το ότι οι κλιματολογικές συνθήκες ευνοούν την καλλιέργεια μανιταριών στην Ελλάδα, εισάγονται κάθε χρόνο χιλιάδες τόνοι μανιταριών για να καλυφθεί η εγχώρια ζήτηση. O κύριος όγκος των εισαγωγών μανιταριών στην Ελλάδα προέρχεται από Πολωνία, Ολλανδία, Ισπανία και Ιταλία.
Για τα επόμενα χρόνια, η απόσταση ανάμεσα στις ποσότητες που παράγονται και καταναλώνονται προβλέπεται να εξακολουθήσει να είναι σημαντική, στοιχείο το οποίο υπογραμμίζει τις μεγάλες δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα για τη δημιουργία νέων μονάδων παραγωγής μανιταριών.
Με την παραγωγή ενός στρέμματος σε κάθε κύκλο καλλιέργειας πλευρώτους να φθάνει τους 10 τόνους μανιτάρια, ο τζίρος ανάλογα με την ποιότητα των μανιταριών κυμαίνεται από 25.000 έως 40.000 ευρώ.
Θεωρείται μια πολύ καλή επένδυση για μικρές αγροτουριστικές μονάδες, για φάρμες βιολογικών προϊόντων όπου το προϊόν θα μπορέσει να διοχετευθεί τοπικά. Η τιμή του παραγωγού εκεί ξεπερνάει τις τιμές λιανικής που φθάνουν τα 5 ευρώ ανά κιλό, γιατί είναι φρέσκο και υψηλότερης ποιότητας.
Η καλλιέργεια των μανιταριών συμπεριλαμβάνει την καλλιέργεια διαφόρων ειδών μανιταριών που το καθένα από αυτά έχει τελείως διαφορετικές απαιτήσεις τόσο σε υλικοτεχνική υποδομή όσο σε σύσταση υποστρωμάτων και τεχνικών καλλιέργειας.
Για παράδειγμα, άλλες συνθήκες απαιτεί η καλλιέργεια των λευκών μανιταριών (αγαρικών), άλλες συνθήκες απαιτεί η καλλιέργεια του πλευρώτους (πλευρωτών μανιταριών). Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια έξαρση ενδιαφέροντος από υποψήφιους επενδυτές για την καλλιέργεια των μανιταριών και κυρίως του πλευρώτους ή άλλων εξωτικών ? φαρμακευτικών μανιταριών, όπως λέγονται, αφού το λευκό πραγματικά είναι αδύνατο από οικονομοτεχνικής απόψεως να παραχθεί στη χώρα μας. Τι θα πρέπει, όμως, να γνωρίζει ο μελλοντικός επενδυτής πριν προχωρήσει σε μια τέτοιου είδους επένδυση;
Αυτή τη στιγμή η μανιταροκαλλιέργεια βρίσκεται σε μια φάση μεγάλων ανακατατάξεων με την επέκταση υφιστάμενων μονάδων οι οποίες λειτουργούν πάνω από 10 χρόνια με τεράστια εμπειρία και καταξίωση στον κλάδο, ενώ παράλληλα δημιουργούνται νέες μικρές μονάδες (αμφιβόλου βιωσιμότητας κυρίως λόγω απειρίας με το αντικείμενο) σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
Παράλληλα, λόγω μεγάλου ανταγωνισμού, οι τιμές πώλησης παρουσιάζουν μεγάλη αστάθεια κυρίως στα 2 μεγάλα αστικά κέντρα και ως εκ τούτου είναι απαγορευτικές για κάποιον ο οποίος ξεκινά τώρα και θα πρέπει να περάσει από μεγάλο χρονικό διάστημα εκμάθησης για το οποίο θα πρέπει να πουλάει κάτω του κόστους.
Πάντως, η ανάπτυξη της καλλιέργειας εγκυμονεί και κινδύνους σφαλμάτων στα διάφορα στάδια παραγωγής, καθώς και λανθασμένου υπολογισμού του αρχικού μεγέθους και οργανωτικής δομής της μονάδας.
Ολοι οι νέοι καλλιεργητές θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το αντικείμενο της καλλιέργειας απαιτεί στοιχειώδεις γνώσεις μυκητολογίας και βιολογίας του μανιταριού.
Η καλλιέργεια των μανιταριών είναι ιδιαίτερα απαιτητική εργασία, που εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες (θερμοκρασία, υγρασία, διοξείδιο του άνθρακα, φωτισμός, ταχύτητα αέρα, ποσότητα φρέσκου αέρα, υγιεινή-ασθένειες, σύστημα κλιματισμού, ποιότητα νερού, είδος ύγρανσης, συνθήκες μεταφοράς υποστρώματος, υβρίδιο, υπόστρωμα, συγχρονισμός απαραίτητων περιβαλλοντικών ρυθμίσεων με τις βιολογικές απαιτήσεις του μύκητα, κλιματολογικές συνθήκες περιοχής, τεχνικές συλλογής κτλ).
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΤΕΡΗ ΜΕΘΟΔΟΣ
Τα υπέρ και τα κατά από την ανάπτυξη μανιταριών σε κορμούς δέντρων
Εναλλακτικό και πιο οικονομικό τρόπο καλλιέργειας αποτελεί η ανάπτυξη μανιταριών σε κορμούς δέντρων που εφαρμόζεται σήμερα σε πολλά μέρη του κόσμου, τα οποία είναι περιζήτητα στις αγορές του εξωτερικού, όχι μόνο για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες αλλά και για τα ιδιαίτερα γαστρονομικά τους χαρακτηριστικά.
Είναι μία σχετικά απλή μέθοδος που δεν απαιτεί από εκείνον που την εφαρμόζει ειδικές γνώσεις. Με τη μέθοδο αυτή μπορούν να καλλιεργηθούν και άλλα είδη μανιταριών,εκτός από τα πλευρώτους, όπως είναι τα μανιτάρια λεντινούλα (Shitake) και γανόδερμα (Ganoderma).
Η λεντινούλα είναι το δεύτερο περισσότερο καλλιεργούμενο μανιτάρι σε παγκόσμιο επίπεδο μετά το λευκό μανιτάρι Agaricus. Διακρίνεται από ένα διακριτικό άρωμα που δεν μοιάζει καθόλου με την έντονη οσμή που έχουν οι τρούφες. Θεωρείται πραγματικά «ελιξίριο της ζωής» λόγω των πολλών του φαρμακευτικών ιδιοτήτων που έχει.
Το γανόδερμα ονομάζεται και «μανιτάρι της αθανασίας» στην Ασία. Χρησιμοποιείται στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική από χιλιετίες. Ανήκει στην ομάδα των μανιταριών, που χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη πόρων και όχι ελασμάτων στην κάτω επιφάνεια του καρποφόρου σώματος.
Χρησιμοποιώντας κορμούς δέντρων βάρους 3,5 τόνων, η αξία των οποίων σαν καυσόξυλα δεν υπερβαίνει τα 150 ευρώ, η καλλιέργεια μανιταριών με τη μέθοδο αυτή μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα από την παραγωγή και πώληση φαρμακευτικών μανιταριών της τάξης των 4.000 ευρώ.
Η καλλιέργεια των μανιταριών αυτών γίνεται με εμβολιασμό στους κορμούς των δέντρων. Συνήθως δημιουργούνται τρύπες, τοποθετείται το μυκήλιο του μανιταριού και στη συνέχεια σφραγίζονται.
Η διάρκεια που πρέπει να περιμένει κανείς μεταξύ του εμβολιασμού και της παραγωγής είναι δύσκολο να προβλεφτεί. Η διάρκεια αυτή ποικίλλει ανάλογα με το είδος του μύκητα, τις κλιματικές συνθήκες, τα είδη των δέντρων που χρησιμοποιούνται κ.λπ. Για την έναρξη της παραγωγής μανιταριών υπολογίζεται μία περίοδο 6-12 μηνών, ενώ η συγκομιδή γίνεται την άνοιξη και το φθινόπωρο.
Σε σχέση με την καλλιέργεια του μύκητα σε διάφορα υποστρώματα (ρύζι, πριονίδια, άχυρα) σε ελεγχόμενο περιβάλλον, η καλλιέργεια του μυκηλίου σε κορμούς ξύλου προσφέρει τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα, όπως είναι:
- Δεν απαιτεί σημαντικά κεφάλαια για την καλλιέργεια.
- Το κόστος των ημερομισθίων κατά τη φάση της συντήρησης είναι μικρό.
- Το κόστος της ενέργειας είναι σχεδόν μηδενικό.
- Τα μανιτάρια που παράγονται με αυτήν τη μέθοδο έχουν μία ιδιαίτερη γεύση.
- Η όλη παραγωγική διαδικασία έχει την εικόνα της φυσικής παραγωγής και μάλιστα βιολογικής.
- Αξιοποιείται η ξυλεία χαμηλής εμπορικής αξίας με την παραγωγή μανιταριών υψηλής αξίας.
Εχει όμως η μέθοδος αυτή μερικά μειονεκτήματα, όπως είναι:
- Δεν έχει μεγάλη παραγωγικότητα.
- Δεν είναι εύκολο να διασφαλιστεί μία σταθερή παραγωγή μανιταριών κατά τη διάρκεια των ετών.
- Η παραγωγή επηρεάζεται από τις κλιματικές μεταβολές αλλά και από την επίδραση βιολογικών παραγόντων (έντομα, ανταγωνιστικοί μύκητες).
- Η καλλιέργεια με κορμούς ξύλου σε ελεγχόμενο περιβάλλον δίνει καλύτερα αποτελέσματα από την καλλιέργειά τους στο δάσος.
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ-ΚΛΕΙΔΙΑ
Τι θα πρέπει να προσέξει ο μελλοντικός επενδυτής
Ο μελλοντικός επενδυτής όχι μόνο στα μανιτάρια αλλά και σε όλες τις λεγόμενες νέες εναλλακτικές καλλιέργειες θα πρέπει να γνωρίζει ότι επιχειρεί σε κάτι καινούργιο, συνεπώς άγνωστο και υψηλού ρίσκου επένδυση.
Σε μια νέα καλλιέργεια, για την οποία δεν υπάρχουν ιδιαίτερες υποδομές ανάπτυξης στη χώρα, θα πρέπει να εξετάζονται διεξοδικά τα κάτωθι:
- Ικανότητα της τοπικής αγοράς για απορρόφηση του προϊόντος. Ερευνα αγοράς, τιμές, ποσότητες διαθεσιμότητα. Ειδικά για το μανιτάρι θα πρέπει η τοπική αγορά να μπορεί να απορροφήσει μια ικανοποιητική ποσότητα σε μια τιμή άνω των 3,5 - 4 ευρώ. Σε αντίθετη περίπτωση η επένδυση δεν θα είναι βιώσιμη. Εάν στην περιοχή υπάρχουν πέραν της μίας μονάδας μανιταριών, τότε η τοπική απορρόφηση είναι σχεδόν αδύνατο να απορροφήσει όλα τα μανιτάρια.
Με λίγα λόγια μικρές επαρχιακές πόλεις ή νησιά δεν «αντέχουν» πέρα από της μιας μικρής μονάδας μανιταριών.
- Εποχικότητα κατανάλωσης του προϊόντος. Εχει να κάνει κυρίως με επενδύσεις σε νησιά ή σε άλλες τουριστικές περιοχές και είναι στοιχείο απαραίτητο για τη μελέτη του κύκλου καλλιέργειας (αριθμός - μέγεθος θαλάμων και είδος μηχανολογικού εξοπλισμού).
- Χρόνος συντήρησης του προϊόντος. Το μανιτάρι έχει συνολικό χρόνο συντήρησης από την ημέρα παραγωγής του 10 ημέρες. Θα πρέπει, δηλαδή, η ημερήσια ποσότητα μανιταριών να είναι τέτοια ώστε να μπορεί να πουληθεί από τον παραγωγό μέσα σε 1-2 το πολύ ημέρες.
- Ποιοτικά χαρακτηριστικά και προδιαγραφές προϊόντος. Δεν παράγουν όλοι οι θάλαμοι και όλα τα υποστρώματα την ίδια ποιότητα μανιταριού. Τα μεγάλα και εντυπωσιακά μανιτάρια απαιτούν συγκεκριμένο υπόστρωμα και συγκεκριμένου τύπου θαλάμους καλλιέργειας.
- Καλλιεργητικά δεδομένα, κόστος παραγωγής, συνθήκες παραγωγής. Αξιολόγηση στατιστικών στοιχείων παραγωγής του προϊόντος, αριθμός μονάδων παραγωγής, διασπορά των μονάδων, δυνατότητα συνεργασίας με άλλες μονάδες.
Πλευρώτους
Από τις 240.000 € ξεκινά το κόστος της επένδυσης
Μια μονάδα καλλιέργειας μανιταριού πλευρώτους απαιτεί έκταση τουλάχιστον 4-6 στρεμμάτων με το κόστος της επένδυσης να ξεκινά από τις 240.000 ευρώ. Η καλλιέργεια του μανιταριού πλευρώτους (Pleurotus) είναι ευκολότερη, συγκρινόμενη με αυτή του λευκού μανιταριού (Agaricus), καθώς είναι απλούστερη η διαδικασία παρασκευής του υποστρώματος και χρειάζεται μικρότερη επένδυση για κατασκευή των θαλάμων καλλιέργειας (θερμοκηπιακού τύπου με μόνωση υαλοβάμβακα). Ωστόσο και για το μανιτάρι αυτό απαιτείται κλιματισμός των θαλάμων και ρύθμιση των περιβαλλοντικών συνθηκών (θερμοκρασία, αερισμός, φωτισμός, σχετική υγρασία κ.λπ.) καθ' όλη την παραγωγική διαδικασία.
Η καλλιέργεια του μανιταριού αυτού μπορεί να γίνει σε δορυφορικές μονάδες (προϋποθέτει την παραγωγή από κεντρική μονάδα υψηλής ποιότητας και χαμηλού κόστους εμβολιασμένου υποστρώματος που μεταφέρεται για την παραγωγή των μανιταριών σε μικρότερες δορυφορικές μονάδες που διαθέτουν χαμηλού κόστους θερμοκηπιακού ή άλλου τύπου θαλάμους). Η παραγωγική δυναμικότητα μιας δορυφορικής μονάδας είναι 70-150 τόνους ανά έτος (απαιτείται έκταση 4-6 στρεμμάτων) και το κόστος της κυμαίνεται μεταξύ 250.000-400.000 ευρώ, ανάλογα με τη δυναμικότητα και με το αν η ψύξη των θαλάμων γίνεται με πάνελ δροσισμού ή με ψυκτικές εγκαταστάσεις.
Στάδια και συνθήκες καλλιέργειας Pleurotus
- Παρασκευή υποστρώματος (2-4 ημέρες)
- Παστερίωση υποστρώματος (2-3 ημέρες)
- Σπορά-επώαση (15-20 ημέρες)
- Σχηματισμός καρποφοριών (8 ημέρες)
- Ανάπτυξη-συγκομιδή μανιταριών (7 ημέρες)
- Απολύμανση - άδειασμα - καθαρισμός θαλάμου παραγωγής (2 ημέρες).
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Σε υψηλά επίπεδα η ζήτηση
Η ζήτηση των μανιταριών προβλέπεται να παραμείνει στο επίπεδο των 10.000-12.000 τόνων τα επόμενα έτη. Κύριοι παράγοντες που αναμένεται να επηρεάσουν ευνοϊκά την εγχώρια κατανάλωση είναι:
- Το γεγονός ότι η μέχρι τώρα παρατηρούμενη αύξηση της κατανάλωσης επιτεύχθηκε σε μια αγορά που γνωρίζει ακόμη ελάχιστα το προϊόν και τις ιδιότητές του.
- Η δυνατότητα δημιουργίας περιφερειακών αγορών, οι καταναλωτές των οποίων μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσαν μόνο το κονσερβοποιημένο μανιτάρι που υστερεί σημαντικά ως προς το νωπό σε ποιότητα και ιδιαίτερα σε γεύση.
- Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει καταβληθεί συστηματική προσπάθεια προώθησης του προϊόντος στις τουριστικές περιοχές, όπου η κατανάλωσή του είναι υψηλή.
- Η βελτίωση της ποιότητας με την είσοδο στην παραγωγή νέων μονάδων που διαθέτουν σύγχρονη τεχνολογία παραγωγής και μεταποίησης του προϊόντος.
Συνεπώς για τα επόμενα χρόνια η απόσταση ανάμεσα στις ποσότητες που παράγονται και καταναλώνονται προβλέπεται να εξακολουθεί να είναι σημαντική, στοιχείο το οποίο υπογραμμίζει τις μεγάλες δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα για τη δημιουργία νέων μονάδων παραγωγής μανιταριών.
(Πηγή: Εθνος)